Φωτογράφος-Καθημερινή

Ιούλιος 2009

Η φαντασία, απαραίτητο εργαλείο για την πνευματική απόλαυση, λειτουργεί μόνον σε σχέση με κάτι που ανήκει στο παρελθόν. Φανταζόμαστε κάτι που δεν υπάρχει μπροστά μας. Οι αισθήσεις, απαραίτητο εργαλείο για την πνευματική αφύπνιση, λειτουργούν μόνον σε σχέση με κάτι που υπάρχει στο παρόν. Αντιλαμβανόμαστε μέσω των αισθήσεων κάτι υπαρκτό που βάζει μπρος τον μηχανισμό τής φαντασίας.

Αυτή τη σχέση παρελθόντος και παρόντος, φαντασίας και αισθήσεων, την αποτυπώνει με μαγικό τρόπο η φωτογραφία. Η παρατήρηση από τον φωτογράφο ενός θέματος τού παρόντος είναι ικανή να φέρει στην επιφάνεια, ή για την ακρίβεια λίγο κάτω από αυτήν, μνήμες και αναφορές, οι οποίες ενσωματώνονται έμμεσα στο τελικό αποτέλεσμα. Όσο πιο αφηρημένη και φαινομενικά απομακρυσμένη είναι η σχέση ανάμεσα στο θέμα που ερέθισε τις αισθήσεις και σε εκείνο που αφύπνισε τις μνήμες και τη φαντασία, τόσο πιο πιθανή είναι η συγκινησιακή φόρτιση τής φωτογραφίας. Όσο πιο κοντά βρίσκεται το θέμα τού παρόντος με το αντικείμενο τής φαντασίας, τόσο πιο μεγάλος είναι ο κίνδυνος να καταλήξουμε σε μια ανιαρή και περιορισμένη απεικόνιση τής φαντασίας. Το δέντρο το οποίο ο φωτογράφος βλέπει και φωτογραφίζει θα είναι συνταρακτικά πιο υπαρκτό (πάντοτε σαν δέντρο), αν "κουβαλάει" (μέσα από τη φαντασία τού φωτογράφου) μνήμες και αναφορές π.χ. παιδικών παιχνιδιών. Αν όμως η φωτογράφιση π.χ. ενός γέροντα επιχειρεί να επαναφέρει τις μνήμες από τον ίδιο τον πατέρα τού φωτογράφου (θεωρητικά απόλυτα λογικό και εφικτό), τότε το αποτέλεσμα δεν θα έχει εύκολα μεγάλη ένταση, αφού στην ουσία θα πρόκειται για τη μεταγραφή μιας παλιάς εικόνας στη σύγχρονη εκδοχή της. Θα είναι δηλαδή δύσκολο να επιτευχθεί η υπέρβαση τού θέματος, διότι δεν θα υπάρξει εσωτερικός διάλογος και αντιπαράθεση δύο διαφορετικών σε χρόνο και ταυτότητα θεμάτων, που είναι ικανά να συναντηθούν σε μια φωτογραφία λόγω τής μεσολάβησης τού φωτογράφου.

Για την επιτυχία αυτού του διαλόγου παρελθόντος και παρόντος είναι απαραίτητη η συνειδητή λειτουργία τής παρατήρησης και η ασυνείδητη λειτουργία τής μνήμης και τής φαντασίας. Με λίγα λόγια ο φωτογράφος δεν απεικονίζει τη φαντασία του ή τις μνήμες του, αλλά μονάχα το αντικείμενο τής πραγματικότητας που παρατηρεί. Μόνο που η φαντασία και οι μνήμες έρχονται σχεδόν αυτόματα, μέσα από έναν μηχανισμό καλλιέργειας και ευαισθησίας, να φορτίσουν την αποτύπωση τού πραγματικού με τα προσωπικά στοιχεία ενός παρελθόντος που ανήκει αποκλειστικά στον προσωπικό (ορατό και αόρατο) κόσμο τού φωτογράφου. Όσο πιο αβίαστα και ασυνείδητα γίνει αυτή η όσμωση, τόσο πιο δυνατό θα είναι το συγκινησιακό αποτέλεσμα. Οι μυρωδιές, λόγου χάριν, ενός αθηναϊκού απογεύματος μπορεί ασυνείδητα να προκαλέσουν στον φωτογράφο μια κατάσταση ευφορίας συνδεδεμένης με φαινομενικά ξεχασμένες στιγμές ομορφιάς, έτσι ώστε η φωτογράφιση μιας κοπέλας που περπατάει στον δρόμο να μιλάει για την ομορφιά και τη συγκίνηση περισσότερο από όσο η υπαρκτή ομορφιά τού συγκεκριμένου μοντέλου.

Αυτή η αναμφισβήτητα πολύπλοκη λειτουργία τής φωτογραφίας που κινείται πάντοτε ανάμεσα σε δύο επίπεδα, στο σήμερα και στο χτες, σε αυτό που βλέπουμε και σε αυτό που φανταζόμαστε, στον έξω κόσμο και στον έσω κόσμο, απαιτεί έναν απόλυτο σεβασμό στην εξαιρετική λιτότητα τού φωτογραφικού μέσου. Πρέπει δηλαδή να αντιληφθούμε και να αποδεχτούμε ότι ένα δέντρο φωτογραφημένο από τον Eugene Atget ή ένα άλλο φωτογραφημένο από τον Ansel Adams δεν είναι τίποτα λιγότερο ή περισσότερο από δέντρα, αλλά ότι εκφράζουν εξαιρετικά σημαντικές διαφορές σε περιεχόμενο, οι οποίες οφείλονται σε όσα ο κάθε φωτογράφος "κουβαλάει" και ενστικτωδώς επικαλείται με το κλικ τής μηχανής του.