Τα Νέα (Ένθετο Πρόσωπα, 2000)

Στα φωτογραφικά σεμινάρια που παραδίδω είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρχουν σε κάθε τμήμα απόφοιτοι τής Σχολής Σταυράκου (είναι άλλωστε τόσοι πολλοί!), σπουδαστές αρχιτεκτονικής και γραφίστες. Οι τελευταίοι είναι αυτοί που με τρομάζουν περισσότερο. Ο λόγος είναι ότι έχουν, προφανώς από την εκπαίδευσή τους, μια συγκεκριμένη άποψη για τη φόρμα και τής δίνουν τέτοια πρωταρχική σημασία, ώστε είναι δύσκολο να καταλάβουν ότι η φόρμα στη φωτογραφία είναι στοιχείο περιεχομένου και γι αυτό άρρηκτα δεμένη με αυτό. Έχουν επίσης κάτι από την θρασύτητα των διαφημιστών και από την, δυστυχώς τόσο διαδεδομένη, διάθεση εντυπωσιασμού τής γενιάς τού lifestyle.

Είναι επομένως μεγάλη η χαρά μου, όταν συναντώ έναν γραφίστα που δεν κάνει γραφιστική φωτογραφία. Σ’αυτήν την κατηγορία ανήκει και ο Σίμος Σαλτιέλ από τη Θεσσαλονίκη. Από το 1990, όταν ήταν 27 ετών, άρχισε να εκθέτει φωτογραφική δουλειά του, πάντα στη Θεσσαλονίκη. Οι τελευταίες του φωτογραφίες παρουσιάστηκαν στην γκαλερί «Ειρμός» τής Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο τής Φωτογραφικής Συγκυρίας 1999 και απετέλεσαν και το περιεχόμενο ενός καλαίσθητου, άριστα τυπωμένου, σεμνού στην παρουσίαση και αξιόλογου κατά το περιεχόμενο λευκώματος με τον τίτλο «Τα ταξίδια, 1994-1997».

Ο Σίμος Σαλτιέλ καλλιεργεί ένα είδος φωτογραφίας πολύ εσωτερικό και προσωπικό, όπου όλα τα ασήμαντα και μικρά στοιχεία τού περίγυρου συνθέτουν μια ψηφιδογραφία, μέσα από την οποία εκφράζεται το πνευματικό βλέμμα τού καλλιτέχνη. Το μάτι τού δημιουργού γίνεται ο παραμορφωτικός καθρέφτης τού κόσμου. Η φωτογραφία αυτή χρησιμοποιεί τα εικονιζόμενα, ως στοιχεία ενός ποιητικού οπτικού ρυθμού.

Τα ξύλα που λιώνουν βυθισμένα στη θάλασσα τής Μηχανιώνας, το νοτισμένο φινιστρίνι στο πλοίο για την Αίγινα, η φούστα που ανεμίζει στο πλοίο με κατεύθυνση τα Αντικύθηρα, το γεροντικό βλέμμα ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο στην κλινική Σαραφιανού, το θεατρικό σκηνικό τού καφενείου στη Χώρα τής Αμοργού, η μορφή μέσα από το σκοτάδι τής Security, οι φραμπαλάδες τού μικρού κοριτσιού στις Σάπες τής Ροδόπης, η ευγενική μορφή στο έρημο σπίτι τής Αλέας, το δωμάτιο μέσα από τον καθρέφτη τού ξενοδοχείου στη Δράμα (αυτές είναι και οι αγαπημένες μου φωτογραφίες από το λεύκωμα) αποτελούν τις μικρές κινήσεις μιας συνεχούς χορογραφικής ροής. Ο Σίμος Σαλτιέλ συνομιλεί όμως με τον εαυτό του. Οι ήχοι αυτής τής συνομιλίας άλλοτε μας αγγίζουν και άλλοτε όχι. Μερικές φορές μεταμορφώνονται σε ώριμη φωτογραφική γλώσσα και άλλες μένουν στο στάδιο τής απόπειρας. Είναι όμως πάντοτε γνήσιες και ανεπιτήδευτες.

Ένας άλλος φωτογράφος, επίσης από τη Θεσσαλονίκη και κατά σύμπτωση φίλος τού Σίμου Σαλτιέλ (πορτραίτο του, αν δεν κάνω λάθος, περιλαμβάνεται στα «Ταξίδια») είναι ο ΄Αρης Πετρίδης. Το πρώτο του βιβλίο με τον τίτλο «Καθ’οδόν: Ηγουμενίτσα-Έβρος» κυκλοφόρησε σε άψογη εκτύπωση και παρουσίαση από τις εκδόσεις «Ιστός», οι οποίες απέμειναν να μας θυμίζουν το ωραίο και σοβαρό περιοδικό με το ίδιο όνομα, που έκλεισε επειδή καθώς φαίνεται η χώρα μας έχει πολλούς ωραίους, αλλά όχι και τόσους σοβαρούς.

Ο Άρης Πετρίδης, μαθηματικός κατ’ αρχάς και φωτογράφος επαγγελματίας εν συνεχεία, ταξίδεψε, κυρίως με το λεωφορείο, στην παραμεθόριο ζώνη τής Βόρειας Ελλάδας και κατέγραψε εικόνες από τη φύση και τη ζωή στα απομακρυσμένα χωριά. Οι φωτογραφίες που προέκυψαν παρουσιάστηκαν και αυτές για πρώτη φορά στη Φωτογραφική Συγκυρία τού 1998 και βραβεύτηκαν και αυτές, όπως και εκείνες τού Σαλτιέλ, με το πρώτο βραβείο τής διοργάνωσης.

Η φωτογραφική προσέγγιση τού Άρη Πετρίδη διαφέρει σημαντικά από αυτήν τού Σίμου Σαλτιέλ. Ήδη οι διαφορετικές μηχανές και το διαφορετικό φορμά αρνητικού που χρησιμοποιούν (ο Σαλτιέλ τετράγωνο και ο Πετρίδης παραλληλόγραμμο) δίνουν μια διαφορετική χροιά στη γλώσσα τους. Η δουλειά τού Πετρίδη δανείζεται περισσότερα από την κλασική φωτοδημοσιογραφία, χωρίς όμως ποτέ να πέφτει στις γνωστές και τόσο κουραστικές (και εύκολες) φορμαλιστικές ακρότητες των ευρυγώνιων φακών. Δεν θυσιάζει σε καμία στιγμή την ουσία για τον εντυπωσιασμό. Ο ίδιος επιχειρεί να παρουσιάσει την προσωπική του εικόνα μέσα από την φαινομενικά ψυχρή παρατήρηση. Δανειζόμενοι τη διάκριση τού Szarkowski θα λέγαμε ότι η δουλειά τού Σαλτιέλ είναι «καθρέφτης» και τού Πετρίδη «παράθυρο», αν και οι δυό τους κρύβουν και λίγα στοιχεία από το άλλο.

Τόσο όμως σ’αυτό το βιβλίο, όσο και στο προηγούμενο τού Σαλτιέλ, αλλά και στα περισσότερα βιβλία νέων φωτογράφων που διαβάζω, παρατηρώ πάντοτε ότι στο σύνολο των φωτογραφιών έχουν παρεισφρύσει περισσότερες «αδύναμες», από όσες θα δικαιολογούσε μια έκδοση, με αποτέλεσμα ο προσεκτικός αναγνώστης να χρειάζεται να καταβάλει ιδιαίτερη ένταση, για να απαλλάξει τις πολύ καλές φωτογραφίες από τον εναγκαλισμό των πιο μέτριων, που λειτουργούν συνήθως σαν παράσιτα. Εν τούτοις, επειδή καθώς φαίνεται είναι μια αμαρτία από την οποία λίγοι ξεφεύγουν, την έχω συνηθίσει και απλώς την μνημονεύω ελπίζοντας πάντα σε λίγη περισσότερη αυστηρότητα κατά την επιλογή.

Οι φωτογραφίες τού Πετρίδη δείχνουν ή υπονοούν σχεδόν πάντοτε τον άνθρωπο. Ανάμεσα στις πρώτες έξοχα δείγματα είναι το πορτραίτο τού Αλβανού βοσκού, τα κορίτσια στη ντισκοτέκ τής Κομοτηνής, ο μαθητής την 25η Μαρτίου, το σιωπηλό ζευγάρι στους Προμάχους, το καφενείο στο Σιδηρόκαστρο, οι δύο διαβάτες στον Αρχάγγελο. Από τις δεύτερες ξεχώρισα το γυμνό τοπίο στον νομό Κοζάνης, την αλυσίδα στο σφαγείο τής Φλώρινας, την αναμμένη τηλεόραση στο ξενοδοχείο τού Σουφλιού, τη χριστουγεννιάτικη φάτνη στην Πτολεμαϊδα και το γήπεδο τού μπάσκετ στον Αμπελώνα.

Μέσα στον βομβαρδισμό τής οπτικού αναλφαβητισμού και τής αισθητικής σύγχυσης που πηγάζουν από την πλειοψηφία τού περιοδικού τύπου, των βιβλίων σαλονιού και των αιθουσών τέχνης, συνεχώς και με μεγάλη χαρά βλέπω νέους φωτογράφους να επιμένουν σε ειλικρινείς και γνήσιες φωτογραφικές δουλειές. Τα αποτελέσματα έντιμα. Τα αριστουργήματα θα ακολουθήσουν. Για την ώρα αρκεί η τάση προς την ποιότητα, η απόπειρα προσωπικού λόγου και η εμμονή στην καθαρότητα αυτού τού λόγου.

Πλάτων Ριβέλλης

Λεζάντες φωτογραφιών:

  1. Πάρι Πετρίδη, Αλβανός βοσκός, Νομός Κιλκίς
  2. Πάρι Πετρίδη, Ξενοδοχείο Σουφλί, Νομός Έβρου
  3. Σίμου Σαλτιέλ, Προς Αντικύθηρα
  4. Σίμου Σαλτιέλ, Ξενοδοχείο Εμπορικόν, Δράμα