fbpx

Η Ανάμνηση της Ιερότητας - Συνέντευξη Πλάτωνα Ριβέλλη για την Σχεδία

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
του Πλάτωνα Ριβέλλη
στη Μυρτώ Τσελέντη

 

«Μου αρέσει πολύ να ιεροποιώ τα κοινά αντικείμενα, να παρουσιάζω σπίτια, καρέκλες, πέτρες, με έναν τρόπο που να τα ανυψώνει, να τους δίνει μια αξία που δεν έχουν στην πραγματική ζωή. Θέλω όλες οι φωτογραφίες να είναι ανυψωτικές, να είναι φορείς συγκινήσεων», σημειώνει ο εμβληματικός δάσκαλος φωτογραφίας Πλάτων Ριβέλλης. Πώς η φωτογραφία μάς συνδέει διαρκώς με το παρελθόν; Γιατί ο σημερινός καταιγισμός εικόνων δεν συνεπάγεται και εξοικείωση με την τέχνη του φακού; Απαντήσεις (και) σε όλα τούτα μας δίνει στη συνέντευξή του στη «σχεδία» ο κ. Ριβέλλης.

ΜΤ: Πώς άρχισε αυτή η ενασχόλησή σας με τη φωτογραφία, τόσο σε δημιουργικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο;

ΠΡ: Δεν συνετέλεσε τόσο η έλξη που μου ασκούσε η φωτογραφία όσο η απόφασή μου να σταματήσω τη δικηγορία. Τη δοκίμασα επί δώδεκα χρόνια, δεν ήμουν από τους χειρότερους δικηγόρους, αλλά βαριόμουν θανάσιμα. Η φωτογραφία ήταν ένα αγαπημένο χόμπι. Παρόλο που ήδη είχα αρχίσει να διδάσκω, σκέφτηκα να ανοίξω μαγαζί για να ζήσω. Έτσι ιδρύθηκε ο «Φωτοχώρος», που έγινε πολύ γνωστός αλλά επειδή δεν είμαι ικανός έμπορος δεν απέφερε κέρδη. Μετά από έξι χρόνια κι αφού είχα ήδη αρχίσει να διδάσκω σε σχολές φωτογραφίας, σε γυμνάσια και λύκεια, αποφάσισα να στηριχτώ μόνο στη διδασκαλία. Στο μεταξύ, είχα φτιάξει και τον «Φωτογραφικό Κύκλο», ένα σωματείο το οποίο από την αρχή συγκέντρωσε πολλούς ενθουσιώδεις φίλους της φωτογραφίας και έφτασα το ’90 να έχω 400 μαθητές.

ΜΤ: Τι ήταν αυτό που σας έκανε να επιλέξετε τη φωτογραφία ως χόμπι;

ΠΡ: Αυτό που με τραβάει στη φωτογραφία ακόμα και σήμερα είναι αυτό που ελκύει πολλούς: οι αναμνήσεις μας. Όσο περνάνε τα χρόνια, συνειδητοποιώ ότι όταν κάποιος φωτογραφίζει, ακόμα και άγνωστα μέρη, λουλούδια ή αντικείμενα, στην πραγματικότητα, φωτογραφίζει τη ζωή του. Από τις τρεις χρονικές διαστάσεις, παρελθόν, παρόν και μέλλον, η μόνη που κάπως ελέγχουμε και εκμεταλλευόμαστε είναι το παρελθόν. Η φωτογραφία μάς βοηθάει να συνδεόμαστε συνέχεια με αυτό. Οι αναμνήσεις μου, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οφείλονται στις φωτογραφημένες αναμνήσεις.

ΜΤ: Συνιστά, δηλαδή, η νοσταλγία την ουσία της φωτογραφίας;

ΠΡ: Η νοσταλγία όχι με την αρνητική διάθεση της λύπης, αλλά με τη διάσταση του παρελθόντος. Στο οποίο η τύχη αποτελεί μεγάλο κομμάτι, αλλά μεγάλο κομμάτι είναι και οι δικές μας ενέργειες. Τι είναι παρελθόν; Είναι η παιδική ηλικία όπως τη θυμόμαστε, τα πρόσωπα που έχουν περάσει από τη ζωή μας και οτιδήποτε κουβαλιέται στο μυαλό μας.

ΜΤ: Αναφερθήκατε στην τύχη. Παίζει ρόλο στο καλό εικαστικό αποτέλεσμα μιας φωτογραφίας;

ΠΡ: Φτιάχνουμε την τύχη μας, την προκαλούμε, την αναζητούμε, είμαστε η τύχη μας. Την ώρα που πατάς το κουμπί για να τραβήξεις μια φωτογραφία, δεν πρέπει να σκέφτεσαι, πρέπει να αντιδράς απλώς σε αυτό που έχεις μπροστά από το φακό. Αυτή η αντίδραση στηρίζεται σε χιλιάδες πράγματα που έχουν χτιστεί μέσα σου, σε βιβλία που έχεις διαβάσει, σε φίλους που έχεις αγαπήσει, σε οτιδήποτε θετικό. Η τύχη δεν είναι κάτι εντελώς στα χέρια του Θεού, είναι και στο πώς εμείς κουβαλάμε την προηγούμενη ζωή μας και, χωρίς να το καταλάβουμε, προδιαγράφουμε τη συνέχειά της.

Η Γλώσσα της Εξοικείωσης

ΜΤ: Ποιο είναι το ζητούμενο της φωτογραφίας; Είναι το εικαστικό αποτέλεσμα, είναι η αποτύπωση της στιγμής και του συναισθήματος ή κάτι άλλο;

ΠΡ Όλα αυτά. Η φωτογραφία αρχίζει να είναι σημαντική όταν δημιουργεί συγκίνηση στον θεατή, που δεν αναγνωρίζει απευθείας αυτό που έχει φωτογραφηθεί. Το όφελος πολλαπλασιάζεται αν υπάρχει εξοικείωση με τη γλώσσα της φωτογραφίας. Είναι σαν μια ξένη γλώσσα. Εξοικειώνεσαι βλέποντας φωτογραφίες με σκέψη. Σήμερα, οι άνθρωποι βομβαρδίζονται από φωτογραφίες, αλλά επειδή αυτό είναι καταιγιστικό δεν εξοικειώνονται. Εάν πάμε πίσω και σκεφτούμε τον άνθρωπο των αρχών του 20ου αιώνα, ακόμα και αμόρφωτος, με τι έκπληξη και θαυμασμό θα έβλεπε την όποια φωτογραφία. Προφανώς, δεν είμαι ευχαριστημένος που κάθε τηλέφωνο έχει φωτογραφική μηχανή, γιατί είναι σαν να ακούς κλασική μουσική από το πρωί μέχρι το βράδυ. Δεν αντέχεται.

ΜΤ: Τι σας προσφέρει η διδασκαλία;

Αν με ρωτήσουν ποια είναι η ιδιότητά μου, θα πω πρώτα δάσκαλος φωτογραφίας και μετά φωτογράφος. Το πιο απλό που μπορεί να πει κάποιος είναι ότι είμαι νάρκισσος κι ένας δάσκαλος έχει μεγάλη ανταμοιβή ναρκισσισμού, διότι έχει ένα κοινό που υποχρεωτικά τον ακούει. Δεν θα το απέκλεια, αλλά δεν θα μου αρκούσε. Πιστεύω ότι ενδομύχως αναζητώ συνομιλητές, υποστηρικτές και οπαδούς. Προφανώς, οι μαθητές μου δεν γίνονται όλοι οπαδοί μου, αλλά η διδασκαλία είναι η προσπάθεια να πείσεις τους ανθρώπους για όσα σου δίνουν χαρά. Στην ουσία, αναζητώ συμπαίκτες, αναζητώ συνενόχους στην πορεία της ζωής. Φτιάχνω έναν κόσμο που με παρηγορεί και με προφυλάσσει.

 

«Όσο περνάνε τα χρόνια, συνειδητοποιώ ότι όταν κάποιος φωτογραφίζει, ακόμα και άγνωστα μέρη,
λουλούδια ή αντικείμενα, στην πραγματικότητα, φωτογραφίζει τη ζωή του»

 

ΜΤ: Υπάρχει κάτι που σας δίδαξαν οι μαθητές σας;

Μαθαίνεις από όλους τους ανθρώπους. Οι αντιδράσεις των μαθητών σε καθοδηγούν με κάποιον τρόπο, αλλά δεν μπορείς να τους πεις δασκάλους σου. Οι μαθητές πρέπει να σέβονται τη γνώμη σου, ακόμα κι αν δεν συμφωνούν με αυτή. Έχω πολύ στενή σχέση μαζί τους, γιατί μιλάμε και για ουσιαστικά πράγματα. Με την πανδημία είχα και μια έκπληξη που με ενθουσίασε: συνδέονται πλέον στα διαδικτυακά μαθήματά μου άνθρωποι από διάφορες χώρες του κόσμου και πόλεις της ελληνικής περιφέρειας, που με λαχτάρα θα γνωριστούμε κάποια στιγμή από κοντά.

ΜΤ: Αγαπάτε ιδιαίτερα τη μουσική. Σας έχει επηρεάσει στη φωτογραφία;

Άκουγα μουσική από πολύ μικρός, και κλασική λόγω των γονιών μου και χορευτική μουσική, γιατί ήμουν χορευταράς και μου άρεσαν πολύ τα πάρτι. Κάποια στιγμή, καταστράφηκε η οικογένειά μου και αναγκάστηκαν να πουλήσουν τα πάντα, τους δίσκους, τα πικάπ, και έτσι έφυγε η μουσική από το σπίτι όταν ήμουν 15 ετών. Τότε συνειδητοποίησα την απουσία της και με οικονομίες αγόρασα ένα μικρό μπομπινόφωνο. Δεν ακούω, όμως, μουσική την ώρα που φωτογραφίζω. Την ώρα που φωτογραφίζεις, πρέπει να αδειάζεις το μυαλό και απλά να αντιδράς. Σκέφτεσαι πριν, σκέφτεσαι μετά που βλέπεις τις φωτογραφίες σου, αλλά όταν φωτογραφίζεις είναι σαν να κάνεις έρωτα: δεν πρέπει να σκέφτεσαι τις στάσεις, την κίνηση και πόσο αποτελεσματικός θα είσαι, πρέπει να χαίρεσαι αυτό που κάνεις και να συμμετέχεις. Ο λόγος που επανέρχομαι στη μουσική είναι επειδή είναι η μόνη κατ’ εξοχήν αφηρημένη τέχνη. Αν σε συγκινεί ένα μουσικό κομμάτι, δεν χρειάζεται να εξηγήσεις γιατί. Όπως η ποίηση χρησιμοποιεί λέξεις και η μουσική χρησιμοποιεί ήχους, έτσι και η φωτογραφία χρησιμοποιεί πράγματα που αναγνωρίζουμε: παιδιά, καρέκλες, ποτάμια, χωρίς, όμως, να έχουν τη λειτουργία της επεξήγησης.

ΜΤ: ΜΤ Παλαιότερα, φωτογραφίζατε αποκλειστικά ασπρόμαυρα. Αργότερα ήταν που κάνατε μετάβαση στο χρώμα.

ΠΡ Το χρώμα, όσο ήμασταν στην αναλογική εποχή, απλά δεν με απασχόλησε. Η μεγάλη αλλαγή έγινε με την ψηφιακή μηχανή. Τώρα, η φωτογραφία μας, θέλουμε δεν θέλουμε, βγαίνει έγχρωμη. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να βιαστείς. Μια φωτογραφία δεν μπορεί να είναι καλή στο ασπρόμαυρο και κακή στο έγχρωμο, διότι το χρώμα και η επεξεργασία της είναι ένα εξωτερικό στοιχείο, δεν είναι δομικό, όπως είναι στη ζωγραφική. Άρα, βλέπω τις φωτογραφίες μου έγχρωμες και κρατάω αυτές που μου αρέσουν. Εάν θελήσω να χρησιμοποιήσω την ίδια φωτογραφία ασπρόμαυρη, γιατί όχι; Λειτουργεί διαφορετικά, αλλά λειτουργεί. Αν ήταν κακή η φωτογραφία, δεν θα λειτουργούσε.

ΜΤ: Σε αντίθεση με τους περισσότερους μαθητές σας, εσείς αποφεύγετε να φωτογραφίζετε ανθρώπους. Για ποιο λόγο;

ΠΡ Είναι αλήθεια ότι έχω φωτογραφίσει λίγους ανθρώπους. Δεν ξέρω τι με εμποδίζει. Οι περισσότερες φωτογραφίες που αγαπάω περιέχουν ανθρώπους. Μπορεί να το αφήνω για να έχω κάτι να γεμίσει τα τελευταία μου χρόνια. Απ’ την άλλη μεριά, μου αρέσει πολύ να ιεροποιώ τα κοινά αντικείμενα, να παρουσιάζω σπίτια, καρέκλες, πέτρες, με έναν τρόπο που να τα ανυψώνει, να τους δίνει μια αξία που δεν έχουν στην πραγματική ζωή. Θέλω όλες οι φωτογραφίες να είναι ανυψωτικές, να είναι φορείς συγκινήσεων. Αν αυτό που θέλεις να φωτογραφίσεις έχει από μόνο του μια βαριά αύρα συγκίνησης, όπως για παράδειγμα η Ακρόπολη, είναι πολύ δύσκολο. Αν, αντιθέτως, πας σε κάτι πολύ ασήμαντο, ένα πεταμένο πουκάμισο σε ένα κρεβάτι, είναι μια δυσκολία διαφορετικού τύπου. Προσπαθώ να προσδώσω σε άψυχα μια ιερότητα. Αν φωτογραφίζω πορτρέτα, αυτό που πρέπει είναι να υπερβώ το ίδιο το πρόσωπο και τα χαρακτηριστικά του, αν είναι ωραίο, άσχημο ή λυπημένο, και να του δώσω μια διάσταση ιερή. Να υπερβώ το προφανές και να δημιουργήσω μια διάρκεια στο χρόνο.

Η Γοητεία του Μυστηρίου

ΜΤ: Το ιερό διατηρεί και μια έννοια θρησκευτική για εσάς;

ΠΡ Υπάρχουν στοιχεία σε όλες τις θρησκείες που με γοητεύουν. Με γοητεύει ο σεβασμός του άγνωστου, με γοητεύουν τα κείμενα των θρησκειών. Υπάρχει κάτι στο ιερό που με ενδιαφέρει. Το ιερό, σαν την Τέχνη, υποδηλώνει κάτι που εκφεύγει από την επιστήμη, κάτι που εκφεύγει από την απόλυτη γνώση και που δέχεται το άγνωστο. Κανείς δεν ξέρει τι γίνεται μετά το θάνατο, είναι αστείο να υπάρχει βεβαιότητα, είναι ένα μυστήριο. Δεν μπορείς να αποκλείσεις τα μυστήρια όταν ασχολείσαι με την Τέχνη, γιατί η Τέχνη είναι ένα μυστήριο. Ιερό είναι όταν παίρνεις κάτι από την καθημερινή του χρήση και με κάποιον άγνωστο τρόπο του προσθέτεις αξία που αυτός που το βλέπει την αναγνωρίζει χωρίς να μπορεί να τη διατυπώσει. Δεν είναι, θεωρώ, έξυπνο να αφαιρέσουμε από τη ζωή μας τη γοητεία αυτού του άγνωστου μυστηρίου. Πρέπει να ζούμε με την αμφιβολία. Αυτό που κρατάω εγώ και θέλω να κρατάει ο καθένας είναι αυτό που τον συγκινεί. Γιατί αυτό που σε συγκινεί σου γεμίζει αυτή τη μικρή ζωή, που όλοι ξέρουμε ότι ξεκινά από το άγνωστο και καταλήγει στο άγνωστο.