fbpx

Σκέψεις για τη διδασκαλία τής φωτογραφίας 

Τριάντα χρόνια μετά

Έχουν περάσει περισσότερα από τριάντα χρόνια από τότε που ξεκίνησα να διδάσκω φωτογραφία. Έκτοτε όχι μόνον ο ίδιος έμαθα και συνεχίζω να μαθαίνω πολλά, αλλά είχα και τη χαρά να δω πάρα πολλούς από τους μαθητές μου να γίνονται σιγά-σιγά και αυτοί δάσκαλοι με τη σειρά τους, κάτι εκ πρώτης όψεως αναμενόμενο αλλά και γενικώς ευχάριστο μια και πιστοποιεί τη διάδοση τής φωτογραφίας, αλλά και την πειθώ τής διδασκαλίας μου.

Επιθυμώ όμως να παραθέσω μερικές παρατηρήσεις σχετικά με το θέμα τής διδασκαλίας τής φωτογραφίας, ξεκινώντας μάλιστα από δύο ιδιορρυθμίες. Η πρώτη αφορά την κυριαρχία των ανδρών-δασκάλων. Παρά, δηλαδή, την παρουσία εκλεκτών γυναικών φωτογράφων (και πάρα πολλών ανάμεσα στους δικούς μου μαθητές), οι άρρενες είναι εκείνοι που κατά συντριπτική πλειοψηφία ασχολούνται με τη διδασκαλία. Και η δεύτερη (χωρίς βέβαια να στηρίζομαι σε στατιστικές μελέτες) το ότι δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη τέχνη όπου τόσος μεγάλος αριθμός εκπροσώπων της να ασχολείται και με τη διδασκαλία της.

Οι απαντήσεις στις παραπάνω επισημάνσεις δεν μοιάζουν όμως πολύ δύσκολες. Πρώτον, η διδασκαλία, και μάλιστα μιας τέχνης, προσδίδει σχεδόν αυτομάτως μια αίγλη και μια εξουσία στον διδάσκοντα (η έδρα, η αρχηγική θέση), τις οποίες οι άρρενες έχουν μάθει να αναζητούν κυρίως λόγω τής ανατροφής τους και των κοινωνικών στερεοτύπων. Δεύτερον, η ίδια η φωτογραφία, αφενός στηρίζεται σε μια πολύ συγκεκριμένη τεχνική (που εύκολα διδάσκεται) και αφετέρου απευθύνεται σχεδόν στο σύνολο τού πληθυσμού και όχι σε μια πιο περιορισμένη κατηγορία ειδικών που ήδη κατέχουν αρκετές σχετικές γνώσεις.

Η διδασκαλία όμως τής φωτογραφίας (όπως και κάθε άλλου γνωστικού χώρου) θα πρέπει να υπακούει σε μια βασική αρχή: ο καθένας διδάσκει μόνον αυτά που γνωρίζει. Αν λόγου χάριν γνωρίζεις καλή τεχνική, νομιμοποιείσαι να τη διδάσκεις, και αν δεν έχεις σχέση με τη διαφήμιση δεν νοείται να διδάσκεις διαφημιστική φωτογραφία. Αν όμως το παραπάνω μοιάζει αυτονόητο, παύει να είναι όταν προσεγγίζουμε τη διδασκαλία τής φωτογραφίας ως τέχνης, που είναι και ο στόχος τής πλειοψηφίας των διδασκόντων. Εντούτοις, και πάλι θα πρέπει να ισχύσει η βασική παραπάνω αρχή, με την προϋπόθεση ο κάθε διδάσκων να αποδεχτεί το ποσοστό των γνώσεων του και να περιοριστεί σε αυτό. Και εδώ όμως θα πρέπει να διακρίνουμε.

Μπορεί ο διδάσκων να είναι πρωτίστως δημιουργός και δευτερευόντως δάσκαλος, οπόταν μεταφέρει στους μαθητές του τις απόψεις και τις εμπειρίες του που σχετίζονται με την παραγωγή τού προσωπικού του έργου. Πολύ λογικά, ανάλογα επηρεασμένη θα είναι και η κριτική του, η οποία θα τηρεί στενούς δεσμούς συγγένειας με το δικό του έργο. Ένα τέτοιο σεμινάριο είναι πάντα ενδιαφέρον και χρήσιμο, παρά το περιορισμένο του εύρος. Αλλά στην περίπτωση αυτή και η επιλογή τού διδάσκοντος από μέρους των μαθητών θα σχετίζεται με τη στάση τους απέναντι στο έργο του.

Μπορεί όμως ο διδάσκων να είναι πρωτίστως δάσκαλος (από ταλέντο και έφεση) και δευτερευόντως δημιουργός, οπόταν θα έχει τη διάθεση και την ικανότητα να αναζητεί στο έργο των μαθητών του κατευθύνσεις που δεν ταυτίζονται με το δικό του έργο, έστω και αν αναπόφευκτα θα κινούνται προς την ίδια γενική κατεύθυνση. Αυτός ο δάσκαλος είναι πιο χρήσιμος για την εξέλιξη των μαθητών του, αλλά και η διάρκεια και το μέγεθος τής επιρροής του λογικά θα υπερτερούν κάθε άλλου.

Αυτό όμως που πρέπει ο κάθε διδάσκων να αντιληφθεί είναι ότι δεν υπάρχει ένα μόνον είδος δασκάλου καλλιτεχνικού μαθήματος, αλλά τόσα όσα και οι προσωπικότητες των δασκάλων. Δηλαδή, το μάθημα πρέπει να χαρακτηρίζεται από το όνομα τού δασκάλου, το οποίο θα γίνει έτσι επιθετικός προσδιορισμός τού μαθήματος. Η μέθοδος, το περιεχόμενο, οι στόχοι, η ύλη, η διαδικασία, η κριτική, όλα θα υπακούουν και θα ακολουθούν την καλλιέργεια, τον χαρακτήρα, τις πεποιθήσεις, τις γνώσεις, ακόμα και την ανατροφή και την ψυχοσύνθεση τού διδάσκοντος. Η προσπάθεια μάλιστα μίμησης κάποιου άλλου προτύπου, δεν μπορεί παρά να καταλήξει σε αυτοϋπονόμευση τού ίδιου ή σε παραγωγή χλωμού αντιγράφου. Το πιθανό ταλέντο διδασκαλίας θα απογειώσει το καλό μάθημα σε πολύ υψηλότερη σφαίρα. Η γνώση όμως δεν μεταδίδεται μόνον από ταλαντούχους δασκάλους, αλλά κυρίως από αφοσιωμένους, καταρτισμένους και συνεπείς. Και τέτοιοι πρέπει να είναι όλοι ανεξαιρέτως οι διδάσκοντες.

Η σχέση δάσκαλου και μαθητή στην περίπτωση ενός καλλιτεχνικού μαθήματος πρέπει να είναι σχέση αποδοχής, σεβασμού και εμπιστοσύνης. Γι' αυτό και είναι αναγκαίο να παραμένει ελεύθερη η επιλογή τού δασκάλου. Δεν χρειάζονται βέβαια πάρα πολλοί δάσκαλοι για να μάθει κανείς φωτογραφία. Αλλά κάθε μαθητής που θα έχει την απαραίτητη ωριμότητα (ασχέτως ηλικίας) για να ασχοληθεί με την τέχνη τής φωτογραφίας, θα πρέπει να είναι σε θέση να κρίνει ποιον ή ποιούς από τους δασκάλους (υποψήφιους ή δοκιμασμένους) θα πρέπει να εμπιστευθεί ή να συνεχίσει να εμπιστεύεται. Αυτή η προσωπική τού καθενός δυνατότητα και ευθύνη είναι συνυφασμένη με τον άνθρωπο και τις επιλογές του σε όλους τους τομείς. Αλλά και από την πλευρά τού δασκάλου υπάρχει μια αντίστοιχη ανάγκη επιλογής και εμπιστοσύνης. Όχι, φυσικά για την επιλογή των μαθητών, αλλά για την συνεχή ανανέωση τής εμπιστοσύνης του στην ίδια τη διδασκαλία και σε όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές του. Και αυτό είναι πιο δύσκολο και εξοντωτικό από όσο ακούγεται.

Δεν έτυχε να γνωρίζω πώς διδάσκουν οι πρώην μαθητές μου. Δεν έχουν διδάξει μπροστά μου, ούτε τους έχω κρυφακούσει. Παρόλα αυτά τους έχω τόση εμπιστοσύνη, ώστε εδώ και μερικά χρόνια έχω αναγγείλει ότι όποιος μαθητής τους με τιμήσει δηλώνοντας ότι θέλει να παρακολουθήσει και το δικό μου μάθημα, τού παραχωρώ μια σημαντική έκπτωση, στο πλαίσιο τής λογικής ότι έχει ήδη πάρει μια σωστή γνώση προς τη σωστή κατεύθυνση. Είμαι όμως σίγουρος ότι αν ήταν εφικτό να ακούσω τη διδασκαλία των μαθητών μου χωρίς να διακρίνω τις φωνές τους, θα αναγνώριζα τις διαφορετικές τους προσωπικότητες. Και αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό.