fbpx

Η μελαγχολία και η φωτογραφία

Περιοδικό «Δέντρο»

Ένας σημαντικός Αμερικανός φωτογράφος, ο Garry Winogrand, έλεγε πριν από σαράντα πέντε χρόνια, ότι ο μόνος λόγος που συνέχιζε να φωτογραφίζει ήταν η άρνησή του να αποδεχτεί τις πικρές του διαπιστώσεις, πως ο κόσμος οδεύει στον γκρεμό και οι ενέργειές μας είναι άσκοπες. Ίσως η τέχνη να είναι μία από τις διεξόδους μπροστά σε παρόμοιες υπαρξιακές αντιφάσεις. Και πιθανόν να είναι η σχετικά πιο άμεση, ανιδιοτελής και (ίσως) προσιτή, αφού οι άλλες δεν μπορεί παρά να είναι η αγάπη και η θρησκεία.

Αυτό που, συνήθως, κινεί τον συγκινησιακό κόσμο ενός καλλιτέχνη δεν είναι το κενό, αφού το κενό μόνο σε κενό οδηγεί, αλλά η αίσθηση ότι υπάρχει μια τάξη πίσω από μια προφανή αταξία και ένας κρυμμένος παράδεισος από τον οποίο ο άνθρωπος έχει εκδιωχθεί. Η αίσθηση αυτή δεν είναι επομένως ούτε μόνο αρνητική ούτε μόνο θετική, αφού πηγάζει ταυτόχρονα από την πεποίθηση τής ύπαρξης τού θετικού και από τη διαπίστωση τής παρουσίας τού αρνητικού.

Η μελαγχολία, όπως τουλάχιστον χρησιμοποιούμε τον όρο εκτός παθολογίας, εκφράζει ακριβώς αυτή τη θλίψη που πηγάζει από μια χαρά που χάνεται. Από την απροσδιόριστη ανάμνηση ενός παραδείσου. Η μελαγχολία είναι προϊόν συναισθηματικής αμφιβολίας και αστάθειας. Δεν είναι ούτε απόλυτη χαρά, ούτε απόλυτη λύπη.

Βασικό συστατικό στοιχείο τής μελαγχολίας είναι η βαθιά, οργανική σχεδόν, συνείδηση τού χρόνου. Τού χρόνου που πέρασε πραγματικά, όσο και τού πλασματικού χρόνου των ονείρων μας. Αν, όμως, η τέχνη ολόκληρη έχει σχέση με τον χρόνο, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η φωτογραφία βρίσκεται από την ίδια της τη φύση σε ακόμη πιο στενή σχέση με αυτόν.

Ο ίδιος και πάλι Winogrand έλεγε πως δεν μπορεί να φωτογραφηθεί η «δυστυχία», γιατί μια φωτογραφία είναι πάντοτε «ωραία». Αλλά, πάλι, τι νόημα θα είχε η καταγραφή τής «ευτυχίας», όταν ο φωτογράφος τη ζει και τη βλέπει γύρω του; Άλλωστε, στην τέχνη αποτυπώνονται μεταχρονολογημένα τα συναισθήματα και μεταφορικά οι αισθήσεις. Αφού περάσει η «δυστυχία» από πάνω μας, μένει να καταγράψουμε τα ίχνη που άφησε στο πνεύμα μας. Το πέρασμα όμως τής «ευτυχίας» δεν αφήνει συνήθως ίχνη, γιατί η «ευτυχία» δεν έχει διάρκεια. Τα έργα τέχνης φέρουν χαραγμένα τα ίχνη μιας «δυστυχίας» και την ανάμνηση μιας «ευτυχίας».

Το νόημα τής φωτογραφίας βρίσκεται ακριβώς στο σταυροδρόμι όπου η αισιοδοξία συναντάει την απαισιοδοξία, όπου το παρελθόν συμπυκνώνεται στο κλικ τού παρόντος, όπου η κατάφαση τής φωτογραφικής λήψης περικλείει τον πόνο γι’ αυτό που δεν μπόρεσε να απεικονιστεί αλλά που γνωρίζουμε ότι υπάρχει, όπου η εγκλωβισμένη λεπτομέρεια τής φωτογραφικής εικόνας παραπέμπει σε έναν κόσμο γύρω από αυτή, τον οποίο συμπληρώνουν τα όνειρά μας και οι αβέβαιες μνήμες μας. Μπορεί, εν τέλει, κάθε κλικ να υπογραμμίζει την αδυναμία τού βλέμματός μας να συμβαδίσει με τον κόσμο τής φαντασίας μας. Ίσως γι’ αυτό μερικές φωτογραφίες να καταφέρνουν να προκαλέσουν και τη συγκίνησή μας. Άλλωστε, η αληθινή συγκίνηση πηγάζει πάντοτε από μια μελαγχολία και μόνον έτσι μπορεί να έχει διάρκεια και βάθος.

Όταν κοιτάζω τις λίγες φωτογραφίες που έχω κάνει ο ίδιος, αναγνωρίζω την επιθυμία μου για μια πανηγυρική συνάντηση με την ομορφιά, με την τάξη, με την αρμονία. Και ταυτόχρονα εισπράττω ως θεατής την αίσθηση ότι αυτό δεν αρκεί. Ότι κάτι μου διαφεύγει, ότι θα κυνηγώ πάντα επιθυμίες μου που αγνοώ και που ίσως κάποτε να γνώριζα, ή να γνωρίσω. Αυτό όμως είναι και το κίνητρο για να φωτογραφήσω και πάλι.

Για μένα, μια καλή φωτογραφία, δική μου ή άλλου, είναι εκείνη που σε γεμίζει με τη χαρά τής θλίψης. Ακριβώς όπως έλεγε ο Victor Hugo ότι «η μελαγχολία είναι η ευτυχία να είναι κανείς θλιμμένος».