fbpx

Οι φωτογραφικές παρεμβάσεις και τα επιτρεπτά όριά τους

Φωτογράφος-Καθημερινή

Ιανουάριος 2008

Από την πληθώρα των ερωτημάτων που συνοδεύουν την εισβολή τής ψηφιακής τεχνολογίας ξεχωρίζει συνήθως εκείνο που αναφέρεται στη νομιμοποίηση ή καταδίκη των παραμορφωτικών παρεμβάσεων πάνω στις φωτογραφίες και παράλληλα στα επιτρεπτά όρια αυτών των παρεμβάσεων. Το πρώτο σχόλιο που αυτόματα προκύπτει έχει σχέση με το γεγονός ότι το εν λόγω ερώτημα ίσχυε και κατά το παρελθόν, την εποχή δηλαδή τής μονοκρατορίας τής αναλογικής φωτογραφίας. Την απάντηση επομένως έπρεπε από καιρό να τη γνωρίζουν οι φωτογράφοι, ή τουλάχιστον να έχουν σκεφτεί πάνω σε αυτή. Οι «αμαρτωλές» παρεμβάσεις, που συνοδεύουν σαν κατάρα την ψηφιακή φωτογραφία, μπορούσαν όλες να πραγματοποιηθούν, με πολύ δυσκολότερες, βέβαια, και πιο χρονοβόρες διαδικασίες, και κατά την εποχή τής αναλογικής. Και βεβαίως καμία «αμαρτία» στον κόσμο δεν μετρήθηκε και δεν χρεώθηκε ποτέ σε σχέση με τον βαθμό ευκολίας πραγματοποίησής της. Ήδη όμως αυτό το ίδιο το ερώτημα προϋποθέτει μια εσφαλμένη αφετηρία. Την αντίληψη, δηλαδή, ότι η φωτογραφία «αφηγείται» ένα αληθινό γεγονός. Κάθε όμως οξυδερκής παρατηρητής θα διαπίστωνε ότι η φωτογραφία δεν έχει τη δυνατότητα να αφηγηθεί, αλλά απλώς να «περιγράψει», και ότι επίσης αδυνατεί να περιγράψει οτιδήποτε περισσότερο από μία λεπτομέρεια τού κόσμου. Αυτό που δίνει σημασία στην περιγραφή τής λεπτομέρειας και τη μετατρέπει σε φωτογραφικό (και όχι αληθινό) γεγονός, πάντα ελλιπές σε σχέση με την πραγματικότητα και πάντα κατασκευασμένο σε σχέση με την αλήθεια, είναι οι παρεμβάσεις από την πλευρά τού φωτογράφου. Οι επιλογές τής γωνίας λήψης, τού καδραρίσματος, τού κροπαρίσματος, τής πυκνότητας, των αντιθέσεων, των αποχρώσεων, τής ευκρίνειας, τής χρονικής στιγμής κλπ συνθέτουν την έκφραση τού προσωπικού βλέμματος τού φωτογράφου. Ενός βλέμματος που ξεκινάει κατά τη λήψη (όταν ο φωτογράφος αντικρίζει τον κόσμο) και ολοκληρώνεται κατά την επεξεργασία (όταν ο φωτογράφος αντιμετωπίζει τη φωτογραφία του). Και αυτό ίσχυε πάντοτε, και ισχύει και σήμερα, κάτω από οποιαδήποτε φωτογραφική τεχνολογία. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι παρεμβάσεις αυτές πρέπει να υπακούνε σε κάποιες αρχές και να έχουν ορισμένα όρια. Και τα όρια μπορεί φυσικά να τα βάζει ο ίδιος ο φωτογράφος, αλλά αυτά πρέπει πάντοτε να σέβονται – και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό –εκείνα που βάζει το φωτογραφικό μέσο από μόνο του, δηλαδή εκείνα που διαφυλάσσουν την «αδιάσπαστη ενότητα τής φωτογραφικής εικόνας». Την πεποίθηση ότι όλα τα στοιχεία μιας φωτογραφίας συνιστούν την πρόταση ενός βλέμματος. Μια ενότητα που δεν σχετίζεται φυσικά με την πραγματικότητα, αλλά με τη φύση και τις ιδιότητες τής φωτογραφίας. Η διάσταση αυτή, αν μπορεί να χαρακτηριστεί ηθική και να απαγορεύει τις «αμαρτίες», έχει να κάνει περισσότερο με την ηθική τής αισθητικής, η οποία σχετίζεται με την ικανότητα ή τη διάθεση τού δημιουργού να αντιληφθεί και να σεβαστεί την ταυτότητα τού μέσου. Αν τελικά η εισβολή τής ψηφιακής τεχνολογίας εξαναγκάσει τους φωτογράφους να επανεξετάσουν το μέσο που χρησιμοποιούν θέτοντας τα ερωτήματα που από καιρό έπρεπε να είχαν απαντηθεί, και μόνον αυτό αρκεί για να την κάνει ευπρόσδεκτη.