Το πεντηκοστό όγδοο video των "Μικρών Μονόλογων από τον Πλάτωνα Ριβέλλη για τη Φωτογραφία και την Τέχνη" (σειρά 2η, 2017).

Λεζάντες και Πλαίσια

Η ανασφάλεια του φωτογράφου, για την οποία έχω μιλήσει και στο παρελθόν, μαζί με ορισμένες κακές συνήθειες που έχουν επικρατήσει, τον κάνουν να συνοδεύει τη δημοσίευση, ή την ανάρτηση, ή την έκθεση των φωτογραφιών του με διάφορα στοιχεία που τα θεωρεί σημαντικά ενώ δεν είναι. Το πρώτο που όλοι γνωρίζουν είναι η περίφημη λεζάντα. Η λεζάντα στη φωτογραφία, όπως και όλα που θα αναφέρω στη συνέχεια, τη βαραίνει, της προσδίδει μηνύματα, στοιχεία αρνητικά, διότι η γοητεία της φωτογραφίας είναι ακριβώς η ταχύτητα του κλάσματος του δευτερολέπτου με το οποίο τραβήχτηκε, που είναι ταυτόχρονα και η ταχύτητα με την οποία το αντιλαμβανόμαστε. Δεν αντέχει η φωτογραφία πολλά. Εάν η λεζάντα έχει μηνύματα ή είναι λογοτεχνική, ή είναι λογοτεχνίζουσα, ή είναι ποιητική, αυτομάτως κλέβει ένα κομμάτι από τη μικρή αλλά πολύτιμη περιουσία της φωτογραφίας. Το δεύτερο που κάνουνε πολλοί φωτογράφοι είναι να δίνουνε εξαιρετική σημασία στην κορνίζα, στο πλαίσιο με το οποίο την εκθέτουν. Μια φωτογραφία μπορεί να έχει, ή να μην έχει, κορνίζα, για λόγους αισθητικούς ή βολικούς, αλλά δεν πρέπει ποτέ η κορνίζα να αποτελεί μέρος της παρουσίασης. Ένας πίνακας ζωγραφικής αντέχει οποιαδήποτε κορνίζα του βάλουμε, αν και εκεί πρέπει η κορνίζα να είναι σε μία συνάφεια με το περιεχόμενο. Στη φωτογραφία πρέπει η κορνίζα να εξαφανίζεται. Εάν έχει έντονη παρουσία, θα λέγαμε πολύ απλά, καπελώνει, καταβροχθίζει τη φωτογραφία. Το τρίτο είναι τα μεγέθη. Και πάρα πολλοί φωτογράφοι έχουν έναν έρωτα με τα μεγέθη και τα θεωρούνε μάλιστα συστατικά της φωτογραφίας. Το μέγεθος εκτύπωσης όχι απλώς δεν πρέπει να επεμβαίνει αλλά δεν πρέπει να είναι μέρος του φωτογραφικού έργου. Μια φωτογραφία, δηλαδή, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι καλή όταν είναι τυπωμένη μεγάλη και κακή όταν είναι τυπωμένη μικρή. Το μέγεθος θα εξαρτηθεί από τον χώρο της έκθεσης της φωτογραφίας, και από τίποτα άλλο. Μια φωτογραφία μεγάλη, αν τη δούμε από κοντά, δε λέει τίποτα, μια φωτογραφία μικρή αν την δούμε από κοντά λέει όσα και μία μεγάλη από μακριά, ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να είναι. Υπάρχουν όμως και άλλα στοιχεία. Οι φωτογράφοι θεωρούν ότι από την ώρα που μπήκε το χρώμα, το χρώμα έχει την αξία που έχει και στη ζωγραφική. Αλλά δεν είναι έτσι στη φωτογραφία. Το χρώμα είναι απλώς ένα από τα στοιχεία της φόρμας, έχει όση αξία έχει σε μια φωτογραφία το σκούρο ή το ανοιχτό, το γκρίζο, το μαύρο ή το άσπρο στην ασπρόμαυρη. Δεν έχει την υλικότητα και το βάρος που έχει στη ζωγραφική. Το χρώμα στη φωτογραφία απλώς υπηρετεί την αληθοφάνεια της φωτογραφίας, τη βοηθάει, αλλά γι’ αυτό ακριβώς δεν μπορούμε και να υπερβάλλουμε. Δεν μπορεί ένα χρώμα να φτάσει σ’ ένα σημείο που θα προδίδει την αληθοφάνεια, ενώ αντίθετα στην ασπρόμαυρη αυτό γίνεται πολύ πιο εύκολα μέσα από τους τόνους του γκρίζου. Υπάρχουν όμως και άλλες παρεμβάσεις. Μία απ’ αυτές είναι η μουσική υπόκρουση. Το να προβάλλεις φωτογραφίες με μουσική ή να τις εκθέτεις έχοντας μουσική στην αίθουσα των εκθέσεων, υποβάλλει και πάλι τον θεατή στη δύναμη της μουσικής, που είναι πολύ μεγαλύτερη και βαθύτερη και διαρκέστερη από τη φευγαλέα γοητευτική δύναμη της φτωχής φωτογραφίας, επομένως είτε η μουσική, ας πούμε ενός Bach, δεν αντέχει τη φωτογραφία μας, είτε η μουσική είναι τόσο ασήμαντη που τραβάει προς τα κάτω τη φωτογραφία μας, είτε είναι τόσο υπογραμμισμένη με νοήματα, που προσδίδει διαστάσεις στη φωτογραφία που δεν έχει. Επομένως, είτε λεζάντες, είτε μουσικές, είτε χρώματα, είτε πλαίσια, είτε τρομερά μεγάλα πασπαρτού, είτε τρομακτικά εντυπωσιακός τρόπος ανάρτησης, πάντοτε υποβαθμίζουν τη φωτογραφία, ουδέποτε τη βοηθούν.