*Απαντήσεις τού Πλάτωνα Ριβέλλη σε ερωτήσεις που έθεσε το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης σε μερικούς Έλληνες φωτογράφους με αφορμή τις εκδηλώσεις τής «Φωτογραφικής Συγκυρίας» το 2005
Eρωτήσεις:
-
Σε πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη από το περιοδικό highlights το ποσοστό όσων «εκφράζονται πολύ» μέσα από τη φωτογραφία και ανήκουν σε ανώτερη κοινωνική τάξη είναι υψηλότερο από αυτό των εικαστικών τεχνών. (φωτογραφία 45%,εικαστικές τέχνες 42%).
Aντίστοιχα, όσοι εκφράζονται μέσα από τη φωτογραφία και ανήκουν σε ανώτερο εκπαιδευτικό επίπεδο προσεγγίζουν το 47%(ενώ για τις εικαστικές τέχνες το ποσοστό είναι 38%). Αρχικά που θα αποδίδατε αυτή την διαφορά μεταξύ φωτογραφίας και εικαστικών τεχνών;
- Στη συνέχεια της έρευνας αναφέρεται πως το ποσοστό αυτών που δεν επισκέπτονται ποτέ γκαλερί ή χώρους τέχνης αγγίζει το 60%. Άρα ποια είναι αυτή η φωτογραφία που τους εκφράζει; Aναφέρονται στην εικόνα που προσλαμβάνουν μέσα από τα έντυπα, και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης (τηλεόραση, ιντερνέτ) και τις εικόνες που συναντούν στην καθημερινότητα τους (όπως για παράδειγμα αφίσες στον δρόμο);
- Θεωρείτε πως ο κόσμος όταν αναφέρεται στην φωτογραφία αντιλαμβάνεται τις διαφορετικές χρήσεις της (καλλιτεχνική/εφαρμοσμένη/επιστημονική/ερασιτεχνική); Ή πόσο έχει αυτό σημασία;
- Tι είναι αυτό που ζητά κανείς από την τέχνη της φωτογραφίας και πόσο διαφέρει αυτό από την κατανάλωση της εικόνας; (αυτή της διαφήμισης ή της τηλεόρασης)
- Ο τρόπος που διαχωρίζει και ενδεχομένως «διαβάζει» ή όχι κανείς την εικόνα αποτελεί πολιτικό ζήτημα; Πόσο δημόσια είναι η εικόνα σήμερα;
Απαντήσεις:
Φοβούμαι ότι οι απαντήσεις μου στα ερωτήματά σας θα είναι αρνητικές και απορριπτικές, ειδικά στον βαθμό που αφορούν την έρευνα σφυγμομέτρησης τής κοινής γνώμης, που έκανε το γνωστό αξιόλογο περιοδικό τέχνης. Και τούτο γιατί εκ προοιμίου διαφωνώ με την αφετηρία, τη σκοπιμότητα και την αξία μιας έρευνας σαν αυτή που σας απασχολεί και εννοώ φυσικά μιας οποιασδήποτε παρόμοιας έρευνας και όχι ειδικά τής συγκεκριμένης.
Τα θέματα που αφορούν την τέχνη είναι (ευτυχώς) τόσο αφηρημένα και ευαίσθητα, ώστε ξεφεύγουν από κάθε εγκλωβισμό τους σε ορολογίες και κατηγορίες. Είναι ήδη τόσο δύσκολο να μιλάμε για την τέχνη, που αν το κάνουμε και με αναφορά σε κατηγοριοποιημένα ποσοστά, αυτοδιασυρόμαστε παραποιώντας μια ουσία που δεν γνωρίζουμε.
Δυσκολεύομαι να καταλάβω τι σημαίνει το «εκφράζονται πολύ μέσα από τη φωτογραφία». Ασχολούμαι εδώ και τριάντα χρόνια με την καλλιτεχνική φωτογραφία και δεν γνωρίζω αν εκφράζομαι μέσα από αυτήν και ακόμα λιγότερο αν εκφράζομαι λίγο ή πολύ. Δεν ξέρω μάλιστα αν κάποιος μπορεί να εκφράζεται λίγο.
Αδυνατώ επίσης να κατανοήσω τον όρο «ανώτερη κοινωνική τάξη» και ειδικά στην Ελλάδα. Μήπως η έρευνα εννοεί τους εύπορους; Τους lifestyle; Γιατί από όσο τουλάχιστον γνωρίζω η Ελλάδα δεν είχε ποτέ αριστοκρατία και με δυσκολία μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι είχε ή έχει μεγάλη αστική τάξη. Και ποιος όρισε τον άλλο σαν μέλος μιας τέτοιας τάξης; Ο κάθε συνεντευξιαζόμενος τοποθέτησε άραγε τον εαυτό του ή ο ερευνητής το αποφάσισε; Και με ποια κριτήρια; Τουλάχιστον η ένταξη στην κατώτερη κοινωνική τάξη (ή, καλύτερα, ομάδα) θα μπορούσε να βασιστεί σε μερικά πιο απτά κριτήρια. Αλλά για την «ανώτερη» η «βάρκα μπάζει νερά».
Από την άλλη μεριά τι αξία ή σημασία έχει αν κάποιος «ανήκει σε ανώτερο εκπαιδευτικό επίπεδο»; Υποθέτω ότι η έρευνα αναφέρεται στο πτυχίο ενός Πανεπιστημίου. Με ποιο τρόπο όμως συνδέεται αυτό με τη σχέση ενός ανθρώπου με την τέχνη; Μήπως οι γιατροί, οι δικηγόροι και οι μηχανικοί είναι κατά τεκμήριο φιλότεχνοι; Και τώρα που τα μεταπτυχιακά πάσης φύσεως έχουν πάρει το πάνω χέρι, μήπως σύντομα θα πρέπει να υποβιβαστούν οι απλοί πτυχιούχοι σε άλλη κατηγορία με... τραγικές συνέπειες για τη σχέση τους με την τέχνη; Προσωπικά κατέχω απλώς ένα πτυχίο νομικής και δεν θεωρώ ότι η απόκτησή του με βοήθησε έστω κατ' ελάχιστον στην ενασχόλησή μου με την τέχνη. Όσα διδάσκω και όσα απολαμβάνω οφείλονται αποκλειστικά στη μόρφωση που με πολύ χαρά και κάποιο κόπο κατέκτησα μόνος μου. Άλλωστε, παρόλο που επί εικοσιπέντε χρόνια διδάσκω χιλιάδες μαθητές διαφόρων «κοινωνικών τάξεων» και «εκπαιδευτικών επιπέδων», αδυνατώ να προσδιορίσω σε ποια κατηγορία ανήκουν εκείνοι που «εκφράζονται» καλύτερα μέσα από τη φωτογραφία. Ίσως στις κατηγορίες των ευφυών και ευαίσθητων ανθρώπων. Αλλά πώς αλήθεια μια σφυγμομέτρηση γνώμης θα μπορούσε να τους προσδιορίσει; Μήπως ζητώντας τους να αυτοκαταταγούν στις αντίστοιχες κατηγορίες;
Αποφεύγω τις φωτογραφικές εκθέσεις των γκαλερί για πολλούς λόγους. Μεταξύ άλλων γιατί δεν έχω χρόνο, γιατί με θλίβει η κοινωνική πλευρά των καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, γιατί δεν αγοράζω φωτογραφίες, γιατί το περιεχόμενο των εκθέσεων είναι «ποσοστιαία» απογοητευτικό, γιατί οι περισσότεροι γκαλερίστες αγνοούν και μάλλον ενδομύχως περιφρονούν τη φωτογραφία, γιατί η φωτογραφία λειτουργεί θαυμάσια (και με διάρκεια) στα φωτογραφικά λευκώματα και γιατί αντιπαθώ την κριτική «στο ποδάρι». Μήπως η στάση μου αυτή με κατατάσσει στους μη ενδιαφερόμενους για την καλλιτεχνική φωτογραφία; Και από πότε η επίσκεψη των αιθουσών τέχνης είναι συνώνυμη και ταυτόσημη τού καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος και των καλλιτεχνικών γνώσεων;
Όταν αναφέρεστε στη σύγχυση που επικρατεί «στον κόσμο» γύρω από τα είδη φωτογραφίας, θίγετε κατ' αρχάς ένα θέμα γενικής και ειδικής παιδείας, που δεν αφορά δυστυχώς μόνον τη φωτογραφία. Η σύγχυση αυτή επιτείνεται από την ημιμάθεια, μια και συνήθως οι ημιμαθείς επιμένουν να θεωρούν καλλιτεχνικές φωτογραφίες με πολύ διαφορετικό περιεχόμενο και στόχο από την τέχνη, ενώ οι αμαθείς βρίσκονται συχνά πιο κοντά στην ουσία τής φωτογραφίας, χωρίς να τους απασχολεί η ένταξή της σε κατηγορίες. Μήπως όμως η σύγχυση και η ημιμάθεια περί τη φωτογραφία και τις εκδοχές της δεν παρατηρείται μόνον «στον κόσμο», αλλά σε σημαντικό βαθμό και ανάμεσα σε τεχνοκριτικούς, ιδιοκτήτες γκαλερί, ιστορικούς τέχνης και δημοσιογράφους; Αν συμβαίνει - όπως δυστυχώς πιστεύω - αυτό, τότε το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρότερο, γιατί αυτοί οι τελευταίοι έχουν σαν έμμεσο ρόλο την εκπαίδευση τού εν συγχύσει διατελούντος «κόσμου».
Είναι εξάλλου προφανές ότι ο καθένας μπορεί να ζητάει πολύ διαφορετικά (και συχνά αντιφατικά) πράγματα από την τέχνη και ειδικότερα από τη φωτογραφία. Αλλά, για να επανασυνδεθούμε με την επίμαχη έρευνα, αυτά δεν προκύπτουν ούτε από την κοινωνική του τάξη, ούτε από τον βαθμό τής ακαδημαϊκής του παιδείας. Άλλωστε δεν λείπουν και οι φιλότεχνοι που επιδίδονται σε κοινωνική κατανάλωση τής τέχνης, κάτι πολύ πιο βαρύ και αρνητικό από την κατανάλωση τής διαφημιστικής και τηλεοπτικής εικόνας.
Και, τέλος, γιατί πρέπει να αναγάγουμε και την τέχνη σε πολιτικό ζήτημα; Μήπως έτσι επιχειρούμε να τής προσδώσουμε πλασματική σοβαρότητα και αξία; Ανάλογα βέβαια με το περιεχόμενο τής έννοιας «πολιτικό», τα πάντα (ή και τίποτα) είναι (ή δεν είναι) «πολιτικά». Ίσως όμως μερικά να είναι και απολύτως «μεταφυσικά».
Εν τέλει όλα είναι ζήτημα όρων, ορίων, κριτηρίων, ουσίας, περιεχομένου, ηθικής και αξιολογήσεων. Πώς λοιπόν τόσο περίπλοκα και λεπτά θέματα μπορεί κανείς να τα προσεγγίσει και ακόμα λιγότερο να τα αποσαφηνίσει με όπλο και αφετηρία μια δειγματοληπτική και περιοριστική στατιστική έρευνα σφυγμομέτρησης; Αντίθετα ο προβληματισμός που θέτουν όσες ερωτήσεις σας δεν αναφέρονται στην παραπάνω έρευνα, επειδή είναι πιο γενικός και δεν επιχειρεί να εντάξει τους πάντες και τα πάντα σε κατηγορίες και ποσοστά, είναι σαφώς πιο εποικοδομητικός.