fbpx

Η εξαδέλφη μου και ο μέσος Έλληνας

25-7-94

Η εξαδέλφη μου Βιργινία είχε από μικρή πολύ δυνατή φωνή. Διαπεραστική. Την οποία ενεργοποιούσε κάθε φορά που ένιωθε αδικημένη. Δηλαδή κάθε ημέρα. «Χάνεις το δίκιο σου με τον τρόπο σου», της έλεγε η μητέρα της. Κάτι άλλωστε που είχα από νωρίς αντιληφθεί και υπολόγιζα σ’ αυτό για να κάνω την πλάστιγγα της δικαιοσύνης των μεγαλυτέρων να κλίνει προς το μέρος μου κατά τη διάρκεια των παιδικών διαπληκτισμών μας.

Τελευταία κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η ιδιοσυγκρασία τής εξαδέλφης μου ταυτίζεται με τα χαρακτηριστικά τής μέσης ελληνικής νοοτροπίας. Δηλαδή με έντονο παιδικό συναισθηματισμό, με μόνιμο υπόβαθρο πικρίας και προδοσίας με αίσθημα καταπατημένης δικαιοσύνης, με εκρηκτικές αντιδράσεις, με βεβιασμένες ενέργειες και με απουσία έλλογης κρίσης και αυτοκριτικής.

Τι άλλο δείχνουν οι εθνικοϋστερικές αντιδράσεις σε σχέση με την απειλούμενη γλώσσα μας, ενώ αγνοούν τα δικά μας κρίματα απέναντί της και την ταυτόσημη μοίρα άλλων μικρών χωρών, με λιγότερο όμως ένδοξο παρελθόν; Πώς αλλιώς μπορούμε να εξηγήσουμε την πιο αυτοκαταστροφική, εθελότυφλη και πεισματάρικη εξωτερική πολιτική και με ποιόν τρόπο θα αποδεχτούμε την πολιτιστική μας απομόνωση μέσα από τον γραφικό και αφελή υπερτονισμό τού δήθεν καθαρού εθνικοθρησκευτικού μας παρελθόντος;

Όλα αυτά μαρτυρούν έναν, πιθανόν συμπαθή, αλλά σίγουρα ατελέσφορο, παιδικό συναισθηματισμό, που επειδή ξεκινάει από ένα συνήθως ειλικρινές και καταπιεσμένο περί δικαίου αίσθημα, εκρήγνυται άταχτα προς κάθε κατεύθυνση και με μικρές πιθανότητες επανόρθωσης, ακόμα και τής υπαρκτής αδικίας.

Αυτό φαίνεται να είναι σε γενικές γραμμές το ψυχογράφημα τού μέσου πολίτη τής χώρας μας και αυτό πολύ πονηρά, και όχι πολύ έξυπνα, καλλιεργούν οι περισσότεροι από τους πολιτικούς και οι περισσότεροι από τους δημοσιογράφους.

Υπήρξε όμως ένα βήμα που εξαδέλφη μου ποτέ δεν έκανε και την ευγνωμονώ γι αυτό. Δεν απάντησε ποτέ στο αίσθημα τού καταπιεσμένου δικαίου με αντιστροφή των όρων. Δεν μετατράπηκε σε φορέα αδικίας, σε καταπιεστή, σε εκδικητή. Ο παιδισμός της παρέμεινε καθαρός και δεν υπέκυψε στην πονηρία τού δήθεν ώριμου ρεαλισμού.

Δεν μπορώ όμως να αποδώσω τα ίδια εύσημα στην εθνική μας νοοτροπία. Και δεν ωφελεί να διαπληκτιζόμαστε για το ποιος ευθύνεται πρώτος ή περισσότερο, ο μέσος Έλληνας ή οι πολιτικοί και τα μέσα επικοινωνίας. Ο ανώνυμος δημοσιογράφος που σε έγκριτη πρωινή εφημερίδα έγραψε προ μηνών πως, αν η Τουρκία σβήσει από τον χάρτη το κακό θα είναι μικρό, μια και δεν έχει καταθέσει τίποτα στην ιστορία του πολιτισμού, είναι κι αυτός ένας μέσος Έλληνας. Όπως και το 70% του Ελληνικού λαού που με φανατισμό υποστήριξε τον άδικο και ατελέσφορο αποκλεισμό των Σκοπίων, ή την εκδικητική απέλαση χιλιάδων άτυχων Αλβανών. Έλληνες πνευματικοί ταγοί είναι όσοι διακηρύσσουν ότι είμαστε καλύτεροι όλων, ότι έχουμε την καλύτερη θρησκεία και το ενδοξότερο παρελθόν, όπως ίσως και την καλύτερη ομάδα μπάσκετ. Μέσοι Έλληνες είναι όσοι υιοθετούν στάση εκλεκτής φυλής απέναντι σε συγκατοίκους τους σ’ αυτή τη χώρα, τους οποίους στη χειρότερη περίπτωση δεν θεωρούν Έλληνες και στην καλύτερη τούς αποκαλούν μειονότητες.

Αισθάνομαι συγκίνηση και τρυφερότητα να ανήκω σε ένα λαό με έκδηλα παιδικά στοιχεία αυθορμητισμού, ακόμα όταν αυτά τον κάνουν να χάνει το δίκιο του. Νιώθω όμως οδυνηρή απομόνωση, όταν διαπιστώνω ότι η παιδική αθωότητα μετατρέπεται τόσο εύκολα, τόσο γρήγορα και τόσο πλατιά, σε αδικία και σε μισαλλοδοξία. Ο δρόμος από την αφέλεια στη μωρία και από τη δίκαιη άμυνα στην άδικη αντεπίθεση δεν είναι μακρύς. Ας προσπαθήσουμε να μην τον διαβούμε όλοι.