fbpx

Καλλιτεχνικό πιπέρι στο κοινωνικό λάχανο

Φωτογράφος-Καθημερινή

Νοέμβριος 2010

Δεν πιστεύω ότι η τέχνη έχει σημασία μονάχα όταν είναι σπουδαία. Είναι άλλωστε κι αυτός ένας λόγος για τον οποίο απολαμβάνω μερικά μικρά και όχι ιδιαιτέρως σημαντικά μουσεία, τα οποία δεν είναι γνωστά για τα αριστουργήματά τους, αλλά για μερικούς μικρότερης σημασίας πίνακες που ένας κάποιος συλλέκτης φρόντισε να συγκεντρώσει με αγάπη και φροντίδα.

Σήμερα όμως ζούμε την άλλη ακριβώς άκρη. Εκείνη όπου δεν έχει απολύτως καμία σημασία η καλλιτεχνική αξία του έργου αλλά όπου αρκεί και μόνο το γεγονός ότι το έργο υπάρχει και προβάλλεται. Πώς αλλιώς μπορώ να εξηγήσω την πληθώρα των απανταχού στη χώρα μας καλλιτεχνικών φεστιβάλ, ή των παντός είδους ιδρυμάτων που αναφύονται σαν μανιτάρια και όλα ασχολούνται συλλήβδην με έργα «τής τέχνης και τού πνεύματος», μέσα από σχεδόν πανομοιότυπα, ανιαρά ακόμα και στην ανάγνωσή τους, προγράμματα.

Φύρδην-μίγδην ολίγες εκθέσεις νεφελωδώς και ακαθορίστως εικαστικές, πάντοτε αρκετή φωτογραφία (τόσο «εύκολη» και χαμαιλεοντική), μουσική δωματίου ανάκατα με «έντεχνο», αρκετές ομιλίες, άγουρες χορευτικές ομάδες και όλα αυτά με έμφαση μονάχα στην ποσότητα και σχεδόν ποτέ, ή πολύ αραιά, στην ποιότητα. Άλλωστε αυτή η τελευταία είναι και σπάνια και ακριβή.

Όλη λοιπόν αυτή η πολυπραγμοσύνη, η ποικιλία, τα φλύαρα προγράμματα, φιλόδοξα πολύ περισσότερο σε σχέση με τον αριθμό των εκδηλώσεων παρά με το περιεχόμενό τους, διαχέουν μια αίσθηση καλλιτεχνικού lifestyle, κοινωνικής προβολής και μιας ανίας που ξεκινάει από τους διοργανωτές και καταλήγει στους θεατές. Νιώθω μάλιστα ότι αυτοί οι τελευταίοι θα πρέπει συχνά και σιωπηλά να αναρωτιούνται γιατί, με μοναδική και σαθρή δικαιολογία την κοινωνική τους αναβάθμιση, πρέπει να απαρνιούνται μια υλική και λαϊκή απόλαυση όπως το φαγητό, τον χορό, ή την απλή κοινωνική συναναστροφή, δραστηριότητες που δεν υπολείπονται σε πνευματικότητα σε σύγκριση με το επίπεδο των κατά τα ανωτέρω εξ ορισμού και μόνον καλλιτεχνικών.

Με λίγα λόγια και ακόμα πιο απλά. Η πλειοψηφία αυτών των προγραμμάτων που διατίθενται για το κοινό δεν είναι σε θέση να εκπαιδεύσει και να ευαισθητοποιήσει το αδαές τμήμα του, και ακόμα λιγότερο να συγκινήσει το ήδη ευαισθητοποιημένο και εκπαιδευμένο. Ικανοποιεί (και εννοείται ότι δεν αναφέρομαι στις ελάχιστες σημαντικές ποιοτικές εξαιρέσεις) κυρίως τις πολιτιστικές στήλες των εφημερίδων, την τυχόν ματαιοδοξία ή τα συμφέροντα των διοργανωτών και τα συμπλέγματα των θεατών. Είναι ίσως το περίσσιο πιπέρι που μπαίνει στα λάχανα από μια κοινωνία που πιστεύει περισσότερο στα μπαχαρικά και λιγότερο στην ουσία των εδεσμάτων ή η έκφραση τής ελπίδας ότι λίγο (παραπάνω) τέχνη την ημέρα μπορεί να στείλει τον γιατρό ακόμα πιο πέρα.

Πώς όμως συμβιβάζεται αυτή η απαισιόδοξη και πολύ σκληρή άποψή μου με την αρχική μου θέση ότι αγαπώ και τα ήσσονος σημασίας έργα τέχνης;

Πιστεύω ότι αυτό έχει να κάνει με το είδος της εποχής μας και των αντιλήψεων που κυριαρχούν σε αυτή. Σε άλλες, παλαιότερες, εποχές ο δημιουργός, ο τεχνίτης, έβαζε σε κάθε έργο του, σημαντικό ή ασήμαντο, την ίδια αγάπη, τον ίδιο σεβασμό, την ίδια γνώση και την ίδια προσπάθεια για υπέρβαση, αρετές που συνέδεε όχι τόσο με τον εαυτό του όσο με το ίδιο το έργο τέχνης. Ακόμα και όταν δεν είχε ταλέντο, είχε όραμα. Η δημιουργία δεν ήταν γι’ αυτόν το μέσον παραγωγής αριστουργημάτων όσο η τελετουργία τής παραγωγής τους. Σήμερα, μόνον ο ιδιοφυής δημιουργός είναι σε θέση να παραμερίσει το βαρύ πέπλο τής εμπορικής και κοινωνικής εκμετάλλευσης που σκεπάζει την τέχνη, και να μην κινδυνεύσει από το ρεύμα που θέλει την τέχνη περισσότερο εκδήλωση παρά δημιουργία. Αλλά και αυτός ο ιδιοφυής δημιουργός έχει ανάγκη από τον ιδιαίτερο θεατή.

Όπως όμως οι πολλές εκκλησίες και οι συνεχείς λειτουργίες δεν πολλαπλασιάζουν ούτε τους αγίους ούτε τους πιστούς, έτσι και η πληθώρα των καλλιτεχνικών εκδηλώσεων δεν προάγει ούτε την ποιότητα τής παραγωγής, ούτε την ειλικρίνεια τής απόλαυσης. Η τέχνη (όπως και η πίστη) χρειάζεται είτε σοφία, είτε αγνότητα. Τόσο από τη μεριά τού δημιουργού όσο και από εκείνη τού δέκτη. Η σοφία όμως ήταν, και σήμερα είναι ακόμα περισσότερο, σε κραυγαλέα ανεπάρκεια. Και η αγνότητα έχει πάψει από καιρό να αποτελεί αξία.